A.Vogel Drosinula Syrup με Άγριο Έλατο, 200ml
Drosinula sirup Σιρόπι από φρέσκους βλασιούς Drosera rotundifolia, Hedera helix, Piceae abietis(δρο … Περισσότερα
Αν επιθυμείτε να λάβετε ειδοποίηση όταν το προϊόν γίνει διαθέσιμο συμπληρώστε το email σας
Περιγραφή προϊόντος
Drosinula sirup
Σιρόπι από φρέσκους βλασιούς Drosera rotundifolia, Hedera helix, Piceae abietis(δροσερά, κισσός, άγριο έλατο)
Οι ιδιότητες που περιγράφονται παρακάτω αφορούν στην παραδοσιακή χρήση του βοτάνου
- Βλεννολυτικό
- Αντισηπτικό
- Αντιβηχικό
- Αποχρεμπτικό
- Αντισπασμωδικό
- Χωρίς γλουτένη
- Χωρίς λακτόζη
- Χωρίς κωδεϊνη
Περιγραφή - τρόπος δράσης
Η δροσέρα είναι βότανο, το οποίο φύεται σε θαμνότοπους του βορείου ημισφαιρίου. Χρησιμοποιείται ολόκληρο το φυτό για το καταπραϋντικό σιρόπι και επιδρά στο λαιμό, στους πνεύμονες και στους αναπνευστικούς αγωγούς, με ευεργετικά αποτελέσματα στη βρογχίτιδα, στον κοκκύτη και στον επίμονο βήχα.
Η αποτελεσματικότητα της δροσέρας κατά του στρεπτόκοκκου, του σταφυλόκοκκου και του πνευμονιόκοκκου οφείλεται στην παρουσία της πλουμπαγίνης. Η χαλαρωτική επίδραση που ασκεί στους ακούσιους μύες βοηθάει στην ανακούφιση του άσθματος.
Ο κισσός χρησιμοποιείται με επιτυχία στη θεραπεόια καταρροϊκών καταστάσεων της περιοχής των παραρρινικών κόλπων. Ο κισσός επίσης βοηθάει στην αντιμετώπιση του βήχα και της βρογχίτιδας διευκολύνοντας τη ρευστοποίηση των εκκρίσεων.
Το άγριο έλατο χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις βρογχίτιδας, ιγμορίτιδας, καταρροής, βραχνάδας, ερεθισμού του λαιμού και βήχα. Το άγριο έλατο περιέχει ρητίνη, αιθέριο έλαιο, τερπένια και ταννίνη, τα οποία δρούν ευεργετικά, καταπραϋνοντας με φυσικό τρόπο το ερεθισμένο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα.
Συστατικά
Σιρόπι και εκχύλισμα αγρίου ελάτου (Piceae abietis), φρέσκο βότανο και ρίζα δροσέρας (Drosera rotundifolia) και φρέσκο βότανο κισσού (Hedera helix). Επίσης περιέχει ακατέργαστη ζάχαρη, μέλι και συμπυκνωμένο χυμό φρέσκου αχλαδιού. Περιεκτικότητα σε αλκοόλ: 6%(κ/ο)
Δοσολογία και τρόπος χρήσης
- Ενήλικες: 10ml (1 μεζούρα ή 2 κουταλάκια) 2 έως 4 φορές την ημέρα.
- Παιδιά (6-12 ετών): Η μισή δόση των ενηλίκων.